Η λέξη «ξομπλιάζω» είναι μια ασυνήθιστη λέξη της γλώσσας μας με δύο διαφορετικές σημασίες, μια κυριολεκτική και μια μεταφορική.
Γνωρίζετε τι σημαίνει;
Σημαίνει...
Κυριολεκτικά έχει τη σημασία του διακοσμώ, στολίζω συνήθως πάνω σε κέντημα. Ενώ, μεταφορικά χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια τελείως διαφορετική κατάσταση: αυτή του κουτσομπολιού και της κακολογίας.
Παράδειγμα: «Το σούρουπο μαζεύονται και αρχίζουν να ξομπλιάζουν τους γείτονες».
Μείνετε συντονισμένοι στο Proson.gr για να μαθαίνετε τα «περίεργα» και ενδιαφέροντα των ελληνικών λέξεων.