Ένα σκληρό και βαθιά τιμωρητικό πλαίσιο για τους μετανάστες εισάγει το νέο νομοσχέδιο του υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου, το οποίο παρουσίασε στο Υπουργικό Συμβούλιο ο υπουργός Μάκης Βορίδης. Πρόκειται για μια πρωτοβουλία που ενισχύει τον αυταρχισμό του κράτους σε βάρος ευάλωτων ανθρώπων, επιβάλλοντας ποινικοποίηση της παρουσίας τους και περιορίζοντας ακόμη και τα στοιχειώδη ανθρώπινα δικαιώματα.
Μεταξύ άλλων, το νομοσχέδιο:
- Ποινικοποιεί την παραμονή στη χώρα μετά την ολοκλήρωση της διοικητικής διαδικασίας, με ποινές φυλάκισης τουλάχιστον 3 ετών και χρηματικά πρόστιμα που φτάνουν τις 10.000 ευρώ, χωρίς δυνατότητα αναστολής ή μετατροπής της ποινής.
- Αυξάνει δραματικά τις ποινές για όσους εισέρχονται χωρίς έγγραφα: από 3 μήνες, πλέον προβλέπεται ελάχιστη ποινή 2 ετών, ενώ σε «επιβαρυντικές» περιπτώσεις φτάνει τα 3 έτη.
- Καταργεί το δικαίωμα άδειας διαμονής για όσους ζουν στη χώρα για 7 χρόνια χωρίς νομιμοποιητικά έγγραφα — μια διάταξη που χτυπά κατά μέτωπο ανθρώπους ενταγμένους στην κοινωνία, που εργάζονται και μεγαλώνουν τα παιδιά τους εδώ.
- Επεκτείνει το διάστημα απαγόρευσης εισόδου για όσους απελαύνονται, από τα 5 στα 10 έτη, με δυνατότητα παράτασης για ακόμη 5.
Όπως μετάδωσε σήμερα το ΑΠΕ, στο νομοσχέδιο προβλέπεται επίσης μείωση της περιόδου «οικειοθελούς αναχώρησης» από 25 σε μόλις 14 ημέρες, ενώ επιβάλλεται ηλεκτρονική επιτήρηση σε όσους βρίσκονται σε αυτή τη φάση, προσθέτοντας νέα κατασταλτικά μέτρα.
Ιδιαίτερα ανησυχητική είναι και η πρόβλεψη για αυστηρότερα κριτήρια «κινδύνου διαφυγής» — δηλαδή, στοιχεία που μπορούν να οδηγήσουν σε προληπτική κράτηση, ακόμη και αν δεν έχει διαπραχθεί κάποιο αδίκημα. Η απουσία δηλωμένης κατοικίας ή η άρνηση υποβολής σε βιομετρικό έλεγχο πλέον θεωρούνται επαρκείς λόγοι για τον εγκλεισμό.
Παράλληλα, το νομοσχέδιο επαναπροσδιορίζει τις «χώρες επιστροφής», διευρύνοντας τις επιλογές απέλασης ακόμη και σε τρίτες χώρες, που συχνά δεν πληρούν καν τις βασικές προϋποθέσεις ασφαλείας για τον αιτούντα άσυλο.
Οι δηλώσεις Βορίδη
Πίσω από τη ρητορική της «αποτροπής» και των «επιστροφών», αυτό που διαφαίνεται είναι ένα θεσμικό οικοδόμημα απανθρωπιάς, που όχι μόνο εξοβελίζει το δικαίωμα στην προστασία, αλλά εδραιώνει ένα νέο μοντέλο διοικητικού αυταρχισμού. Ο ίδιος ο υπουργός δεν δίστασε να δηλώσει ότι στόχος είναι να καταστήσει «πολύ πιο δυσμενές» το περιβάλλον για όποιον απορρίπτεται — παραβλέποντας ότι μιλά για ανθρώπους, όχι για «παραβάτες».
Δεν είναι άλλωστε η πρώτη φορά που ο υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου δείχνει τις προθέσεις τους για το μεταναστευτικό καθώς από τη στιγμή που «μετακόμισε» στο υπουργείο είχε προαναγγείλει ότι έρχεται αυστηροποίηση του πλαισίου και ότι «ο παράνομος μετανάστης του οποίου απορρίπτεται το άσυλο και παραμένει στη χώρα, θα βρίσκεται αντιμέτωπος με ένα πολύ πιο δυσμενές θεσμικά περιβάλλον απ' ό,τι σήμερα». Στόχος έχει υπογραμμίσει ο υπουργός είναι να αποθαρρύνεται η παράνομη παραμονή στη χώρα. «Η επαύξηση του αξιοποίνου και η ενίσχυση της διοικητικής κράτησης είναι βασικά εργαλεία για την ενίσχυση του μηχανισμού επιστροφών», είχε σημειώσει παράλληλα ο κ. Βορίδης.
Το νομοσχέδιο αναμένεται να τεθεί σε διαβούλευση εντός Ιουνίου και να εισαχθεί για ψήφιση στη Βουλή μέχρι τα τέλη του μήνα.
Όμως, ήδη εγείρει σοβαρά ερωτήματα για τη συμβατότητά του με τις αρχές του κράτους δικαίου και τα ανθρώπινα δικαιώματα, σε μια εποχή που η μεταναστευτική πολιτική θα έπρεπε να εστιάζει στην ένταξη και την αλληλεγγύη — όχι στον στιγματισμό και την καταστολή.