Αν έχετε ανοίξει ποτέ ένα μπουκάλι κρασί, τότε σίγουρα έχετε χρησιμοποιήσει ή έστω ακούσει τη λέξη tirbouson. Μια λέξη που ηχεί γνώριμη, αλλά δεν είναι ελληνική. Πρόκειται για όρο γαλλικής προέλευσης, ο οποίος έχει περάσει ατόφιος στην καθημερινή μας γλώσσα, ειδικά στη γαστρονομία και την οινολογία.
Η ελληνική λέξη για το tirbouson
Στα ελληνικά, η σωστή λέξη για το tirbouson είναι ανοιχτήρι ή πιο συγκεκριμένα τιρμπουσόν. Παρότι το «ανοιχτήρι» είναι ο επίσημος όρος, η εξελληνισμένη μορφή τιρμπουσόν είναι αυτή που χρησιμοποιείται ευρέως, ιδίως όταν αναφερόμαστε στο εργαλείο που αφαιρεί φελλούς από μπουκάλια κρασιού.
Πώς πέρασε η λέξη στα ελληνικά;
Η λέξη tirbouson προέρχεται από το γαλλικό tire-bouchon, που σημαίνει «βγάζω τον φελλό» (tirer = τραβώ, bouchon = φελλός). Με την πάροδο των χρόνων, ο όρος πέρασε και στα ελληνικά, αρχικά μέσα από τη γαστρονομία, την εστίαση και την κουλτούρα του κρασιού, που γνώρισε μεγάλη ανάπτυξη.
Γιατί χρησιμοποιούμε τόσο συχνά τον ξενικό όρο;
Ο ξενικός όρος τιρμπουσόν επικράτησε επειδή περιγράφει πολύ συγκεκριμένα αυτό το εργαλείο, διαφοροποιώντας το από άλλα είδη ανοιχτηριών (όπως αυτά για μπύρες ή αναψυκτικά). Έτσι, η χρήση της γαλλικής λέξης έγινε συνήθεια, παρότι υπάρχει ελληνική απόδοση.
Ένα εργαλείο με ιστορία
Το τιρμπουσόν υπάρχει από τον 17ο αιώνα, όταν οι φελλοί άρχισαν να χρησιμοποιούνται ευρέως στα μπουκάλια κρασιού. Από τότε μέχρι σήμερα, έχουν εμφανιστεί αμέτρητοι τύποι: από τα κλασικά βιδωτά μοντέλα μέχρι τα επαγγελματικά «σερβιτόρου», με μοχλούς και μηχανισμούς για εύκολο άνοιγμα.
Είτε το πείτε ανοιχτήρι, είτε τιρμπουσόν, είτε κρατήσετε τη γαλλική του μορφή tirbouson, αναφέρεστε στο ίδιο πρακτικό εργαλείο που βρίσκεται σχεδόν σε κάθε ελληνικό σπίτι. Ωστόσο, η ελληνική απόδοση υπάρχει και είναι η πιο ορθή, ενώ η ξενική λέξη παραμένει μια γλωσσική συνήθεια που έχει ριζώσει στην καθομιλουμένη.