Από την 1η Ιανουαρίου 2026, οι συνταξιούχοι αναμένεται να λάβουν αυξήσεις στις συντάξεις τους που θα κυμαίνονται, κατά μέσο όρο, από 12 έως 65 ευρώ το μήνα.
Το ποσοστό αυτής της αύξησης υπολογίζεται στο 2,4%, σύμφωνα με τον τύπο που ορίζει πως η ετήσια αναπροσαρμογή των συντάξεων ισούται με τον μέσο όρο του πληθωρισμού και του ρυθμού ανάπτυξης της οικονομίας.
Από το 2023 και μετά, εφαρμόζεται ο τύπος: (πληθωρισμός + ρυθμός ανάπτυξης) / 2. Επιπλέον, αν οι προβλέψεις για τον πληθωρισμό επαληθευτούν και αυτός φτάσει έως 2,8%, τότε η αύξηση μπορεί να ανέλθει ακόμα και στο 2,5%.
Αυξήσεις στις συντάξεις από το 2026 – Ποιοι και πόσα θα λάβουν
Με βάση τα ως τώρα στοιχεία για την οικονομική πορεία του πρώτου εξαμήνου του 2025, η ανάπτυξη κυμαίνεται μεταξύ 2,2% και 2,3%, ενώ ο πληθωρισμός διαμορφώνεται κοντά στο 2,5%.
Ο τελικός αριθμός θα προσδιοριστεί τον Δεκέμβριο του 2025, όταν θα υπάρχει καθαρή εικόνα για την ετήσια οικονομική επίδοση. Η απόφαση για την αναπροσαρμογή των συντάξεων θα ληφθεί βάσει των τελικών στοιχείων.
Η αύξηση αφορά περίπου 2,5 εκατομμύρια συνταξιούχους, από τους οποίους οι 1,9 εκατομμύρια θα λάβουν καθαρή αύξηση στο ποσό της σύνταξής τους, καθώς δεν διαθέτουν προσωπική διαφορά. Οι υπόλοιποι 600.000 συνταξιούχοι, αν και θα λάβουν την ονομαστική αύξηση, δεν θα δουν διαφορά στην τσέπη τους, διότι έχουν θετική προσωπική διαφορά που απορροφά την αύξηση.
Ειδικότερα, η ετήσια αύξηση ανάλογα με το ύψος της σύνταξης θα διαμορφωθεί ως εξής: για σύνταξη 500 ευρώ, η ετήσια αύξηση θα είναι 150 ευρώ (περίπου 12,5 ευρώ τον μήνα), για σύνταξη 850 ευρώ, η αύξηση θα φτάσει τα 240 ευρώ (20 ευρώ τον μήνα), για σύνταξη 1.250 ευρώ, τα 375 ευρώ ετησίως (περίπου 31 ευρώ τον μήνα), για σύνταξη 1.500 ευρώ, τα 432 ευρώ (36 ευρώ τον μήνα) και για σύνταξη 2.600 ευρώ, η ετήσια αύξηση υπολογίζεται στα 752 ευρώ (περίπου 62 ευρώ τον μήνα).
Στην κυβέρνηση εκτιμούν ότι πρόκειται για μία ακόμη αύξηση στο συνολικό «πακέτο» αναπροσαρμογών που ξεκίνησαν το 2023, με τη σωρευτική αύξηση να πλησιάζει πλέον το 11% με 12% σε ορίζοντα τριετίας, κάτι που δεν έχει προηγούμενο μετά την περίοδο των μνημονίων.
Επίσης, συνεχίζονται οι αυξήσεις στις επικουρικές συντάξεις που συνδέονται με τις κύριες, μέσω της εφαρμογής των νέων ποσοστών αναπλήρωσης του νόμου Βρούτση.
Έκτακτη ενίσχυση τον Δεκέμβριο με βάση το πλεόνασμα
Παράλληλα με την προγραμματισμένη αύξηση των συντάξεων από 1/1/2026, η κυβέρνηση εξετάζει σοβαρά το ενδεχόμενο να προχωρήσει σε έκτακτη οικονομική ενίσχυση τον Δεκέμβριο του 2025, εφόσον διαπιστωθεί δημοσιονομικός χώρος από την υπέρβαση του πρωτογενούς πλεονάσματος.
Η τελική εικόνα του πλεονάσματος θα είναι διαθέσιμη τον Σεπτέμβριο του 2025, με τα νεότερα στοιχεία εκτέλεσης του προϋπολογισμού και τις ενδείξεις από τα έσοδα και τις δαπάνες. Αν η υπεραπόδοση είναι σημαντική, θα εξεταστούν σενάρια για παροχή εφάπαξ ενίσχυσης σε ευάλωτους συνταξιούχους, πιθανόν με τη μορφή επιδόματος ακρίβειας, όπως είχε συμβεί στο παρελθόν.
Η κυβέρνηση σκοπεύει να τηρήσει τη δημοσιονομική ευθύνη, αλλά παράλληλα να ενισχύσει εκείνους που αντιμετωπίζουν μεγαλύτερες πιέσεις λόγω της ακρίβειας και των αυξημένων αναγκών διαβίωσης, κυρίως συνταξιούχους με χαμηλές ή μεσαίες αποδοχές. Η στήριξη αυτή δεν θα είναι μόνιμου χαρακτήρα, αλλά στοχευμένη και περιορισμένη χρονικά, με έμφαση στην κοινωνική ανταποδοτικότητα του πλεονάσματος.
Εξετάζονται διευκολύνσεις στις ρυθμίσεις οφειλών
Την ίδια στιγμή, στο οικονομικό επιτελείο επεξεργάζονται και σενάρια διευκολύνσεων για τους οφειλέτες ασφαλιστικών ταμείων, κυρίως για όσους έχουν ενταχθεί σε ρυθμίσεις αλλά δυσκολεύονται να ανταποκριθούν στις δόσεις.
Μελετώνται παρατάσεις ή επαναρύθμιση χρεών σε συγκεκριμένες περιπτώσεις, ειδικά για όσους αποδεδειγμένα αδυνατούν να πληρώσουν λόγω της ακρίβειας ή άλλων έκτακτων συνθηκών.
Η συζήτηση βρίσκεται ακόμη σε πρώιμο στάδιο, αλλά το υπουργείο Οικονομικών θέλει να παρουσιάσει ένα συνολικό πλέγμα μέτρων κοινωνικής στήριξης, ώστε να μην υπάρξει επιδείνωση στην κοινωνική συνοχή, ιδίως για τις πιο ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού.
Η ηγεσία του υπουργείου Εργασίας σε συνεργασία με τη διοίκηση του ΕΦΚΑ επεξεργάζεται νέο σχέδιο επιστροφής στους συνταξιούχους του πλεονάσματος από τα χρέη που θα εισπραχθούν μέσω ιδιωτικών εταιρειών. Οι εταιρείες αυτές θα αναλάβουν, μετά από διεθνή διαγωνισμό, το «κυνήγι» των οφειλετών και την οργάνωση των αρχείων των οφειλών που ξεπερνούν τα 50 δισ. ευρώ.
Οι εταιρείες θα έχουν συμβουλευτικό χαρακτήρα και θα βοηθήσουν το Κέντρο Είσπραξης Ασφαλιστικών Οφειλών (ΚΕΑΟ) στην οργάνωση των αρχείων και τον διαχωρισμό των οφειλών σε «καλές», «κακές» και αυτές υψηλού ρίσκου.
Ο διοικητής του ΕΦΚΑ, Αλέξανδρος Βαρβέρης, διευκρινίζει ότι το ΚΕΑΟ θα παραμείνει το εισπρακτικό κέντρο και ο φορέας που θα προχωρά στα αναγκαστικά μέτρα είσπραξης. Οι εταιρείες θα είναι νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου, με ειδικούς όρους συμβάσεων για την προστασία των προσωπικών δεδομένων.
Πώς θα επιστραφεί το πλεόνασμα στους συνταξιούχους
Το πλεόνασμα που θα προκύπτει από τις εισπράξεις των ιδιωτικών εταιρειών θα αποδίδεται στους συνταξιούχους μέσω σταδιακής άρσης των μνημονιακών μέτρων. Για παράδειγμα, αν το ΚΕΑΟ εισπράττει 2 δισ. ευρώ και οι ιδιωτικές εταιρείες άλλο 1 δισ., το ποσό που θα συλλέγουν οι εταιρείες θα διανέμεται στην κοινωνία.
Στόχος είναι η αύξηση της εισπραξιμότητας των ασφαλιστικών εισφορών για τη βιωσιμότητα και την ανταποδοτικότητα του συστήματος. Σήμερα οι οφειλές προς τον ΕΦΚΑ φτάνουν τα 50 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 32 δισ. είναι κύριες οφειλές.
Προωθείται η νομοθέτηση νέου μοντέλου ρύθμισης οφειλών με βάση το προφίλ κάθε οφειλέτη. Τα κριτήρια ρύθμισης θα λαμβάνουν υπόψη την ηλικία, το προσδόκιμο ζωής, την ακίνητη περιουσία, το εισόδημα και τις προσαυξήσεις κάθε οφειλέτη.
Αντί της οριζόντιας προσέγγισης, οι ιδιωτικές εταιρείες που θα εμπλακούν θα προτείνουν εξατομικευμένες λύσεις με βάση τα οικονομικά δεδομένα του κάθε πολίτη.
Οφειλές χαμηλής εισπραξιμότητας
Στην πρώτη τετραμηνιαία έκθεση του ΚΕΑΟ αναφέρεται ότι δεν μπορούν να εισπραχθούν χρέη ύψους 10,1 δισ. ευρώ, τα οποία χαρακτηρίζονται ως «χαμηλής εισπραξιμότητας».
Το συγκεκριμένο τμήμα πιθανόν θα ανατεθεί στις ιδιωτικές εταιρείες. Εκτιμάται ότι τα ανεπίδεκτα είσπραξης χρέη μπορεί να ξεπερνούν τα 17 δισ. ευρώ, όπου οι ιδιωτικές εταιρείες μπορούν να προσφέρουν ουσιαστική βοήθεια.
Προβλήματα στις τρέχουσες ρυθμίσεις
Το υπουργείο Εργασίας επισημαίνει ότι η φυγή από τις ρυθμίσεις οφείλεται στο υψηλό κόστος εξυπηρέτησης, που συνδυάζεται με την ταυτόχρονη καταβολή των τρεχουσών εισφορών. Επιπλέον, το υψηλό επιτόκιο ρύθμισης της τάξης του 5,5% αυξάνει σημαντικά τη ληξιπρόθεσμη οφειλή.
Παράλληλα, οι προσαυξήσεις που διπλασιάζουν ή και τριπλασιάζουν το αρχικό χρέος και ο ετήσιος τόκος 8,5% στην προσαύξηση καθιστούν απαγορευτική την αποπληρωμή για πολλούς οφειλέτες. Από τα σχεδόν 50 δισ. ευρώ συνολικών χρεών προς το ΚΕΑΟ, μόλις 4,62 δισ. είναι ρυθμισμένα, δηλαδή λιγότερο από το 10%. Το χρέος προς τον ΕΦΚΑ αυξήθηκε κατά 1,7 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση, καθιστώντας επιτακτική την ανάγκη για νέες λύσεις που θα στηρίξουν και θα ωφελήσουν τελικά τους συνταξιούχους.