Η ετήσια άδεια αναψυχής συνιστά θεμελιώδες και αδιαπραγμάτευτο δικαίωμα κάθε εργαζομένου και, σύμφωνα με την εργατική νομοθεσία, πρέπει να λαμβάνεται μέσα στο ίδιο ημερολογιακό έτος. Η χορήγησή της δεν επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια του εργοδότη, αλλά αποτελεί υποχρέωσή του, καθώς σχετίζεται άμεσα με τη διαφύλαξη της υγείας και της ασφάλειας των μισθωτών.
Εφόσον η άδεια δεν δοθεί έως τις 31 Δεκεμβρίου, μεταφέρεται υποχρεωτικά και πρέπει να χορηγηθεί το αργότερο μέχρι τις 31 Μαρτίου του επόμενου έτους. Αν και αυτή η προθεσμία παρέλθει χωρίς να έχει δοθεί η άδεια, τότε προβλέπονται συγκεκριμένες οικονομικές και νομικές κυρώσεις.
Το ισχύον πλαίσιο είναι ξεκάθαρο: ο εργαζόμενος δεν μπορεί να παραιτηθεί νόμιμα από το δικαίωμα της άδειας, ακόμη και αν υπάρχει γραπτή συμφωνία. Επιπλέον, σε περίπτωση λύσης της σύμβασης ή απόλυσης, ο εργοδότης υποχρεούται να καταβάλει τις αποδοχές που αντιστοιχούν σε όλες τις ημέρες άδειας που δεν έχουν ληφθεί.
Συγκεκριμένα, όταν η ετήσια άδεια δεν χορηγείται, μετατρέπεται σε χρηματική αποζημίωση, το ύψος της οποίας εξαρτάται από το αν η ευθύνη βαρύνει τον εργοδότη.
Αν η μη χορήγηση οφείλεται σε υπαιτιότητα του εργοδότη, τότε αυτός υποχρεώνεται να καταβάλει αποδοχές άδειας προσαυξημένες στο διπλάσιο για τις ημέρες που δεν δόθηκαν, ρύθμιση που λειτουργεί αποτρεπτικά απέναντι σε καταχρηστικές πρακτικές.
Στην περίπτωση που δεν προκύπτει ευθύνη του εργοδότη, οι ημέρες άδειας που δεν λήφθηκαν αποζημιώνονται ως απλές εργάσιμες ημέρες, χωρίς καμία προσαύξηση. Σε κάθε σενάριο, πάντως, ο εργαζόμενος δεν χάνει την οικονομική αξία των ημερών άδειας που δικαιούται.
Άδειες: Το νέο τοπίο από το 2026
Από την 1η Ιανουαρίου 2026 τίθενται σε ισχύ σημαντικές τροποποιήσεις στο καθεστώς χορήγησης της ετήσιας κανονικής άδειας, στο πλαίσιο της συνολικής αναμόρφωσης της εργατικής νομοθεσίας.
Οι νέες ρυθμίσεις στοχεύουν αφενός στην παροχή μεγαλύτερης ευελιξίας στους εργαζομένους και αφετέρου στη μείωση της διοικητικής επιβάρυνσης για τις επιχειρήσεις, χωρίς να επηρεάζονται τα θεμελιώδη εργασιακά δικαιώματα.
Μέχρι σήμερα, η άδεια έπρεπε να λαμβάνεται ενιαία, σε μία χρονική περίοδο. Η κατάτμησή της επιτρεπόταν μόνο κατόπιν αιτήματος του εργαζομένου και υπό την προϋπόθεση ότι τουλάχιστον δύο εβδομάδες λαμβάνονταν συνεχόμενα.
Με το νέο πλαίσιο, ο εργαζόμενος αποκτά τη δυνατότητα να ζητά τη διαίρεση της άδειάς του σε περισσότερα χρονικά διαστήματα, εφόσον το επιθυμεί. Ενδεικτικά, θα μπορεί να λάβει την ετήσια άδειά του σε έως και τέσσερις διαφορετικές περιόδους μέσα στο ίδιο έτος.
Ο χρόνος λήψης της άδειας θα καθορίζεται κατόπιν συνεννόησης με τον εργοδότη, λαμβάνοντας υπόψη τόσο τις λειτουργικές ανάγκες της επιχείρησης όσο και τις προσωπικές ανάγκες του εργαζομένου.
Κατάτμηση με όρους: Τα ελάχιστα όρια και οι ασφαλιστικές δικλίδες
Σημειώνεται ότι η νομοθεσία διατηρεί υποχρεωτικά ελάχιστα όρια συνεχόμενης άδειας. Τουλάχιστον ένα μέρος της άδειας πρέπει να περιλαμβάνει:
-
περισσότερες από έξι εργάσιμες ημέρες σε εξαήμερη εβδομαδιαία εργασία
-
πέντε εργάσιμες ημέρες σε πενθήμερη εβδομαδιαία εργασία
-
12 εργάσιμες ημέρες για ανήλικους εργαζόμενους
Η κατάτμηση εξακολουθεί να προϋποθέτει έγγραφη αίτηση του εργαζομένου και τη συναίνεση του εργοδότη, διασφαλίζοντας ότι η επιλογή γίνεται με πρωτοβουλία του μισθωτού.
Ταυτόχρονα, καταργείται η δυνατότητα του εργοδότη να χορηγεί μονομερώς το υποχρεωτικό συνεχόμενο τμήμα άδειας οποιαδήποτε στιγμή μέσα στο έτος.
Τι αλλάζει στο Εργάνη
Από το 2026 παύει να ισχύει η υποχρέωση προαναγγελίας της άδειας στο πληροφοριακό σύστημα «Εργάνη», η οποία αντικαθίσταται από απολογιστική καταχώρηση εντός του επόμενου μήνα από τη χορήγησή της.
Διατηρείται, ωστόσο, η πρόβλεψη σύμφωνα με την οποία τουλάχιστον το 50% των εργαζομένων κάθε επιχείρησης πρέπει να λαμβάνει την άδειά του κατά το διάστημα Μαΐου – Σεπτεμβρίου, ώστε να εξασφαλίζεται η θερινή ανάπαυση.
Τέλος, παραμένει η βασική αρχή της συνεννόησης μεταξύ εργοδότη και εργαζομένου για τον χρόνο χορήγησης της άδειας. Σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί συμφωνία, προβλέπεται η προσφυγή στην Επιθεώρηση Εργασίας ως μηχανισμός επίλυσης της διαφοράς.
Παρά τις αλλαγές, η διάρκεια της άδειας και τα δικαιώματα που συνδέονται με την προϋπηρεσία δεν μεταβάλλονται.