Νέα επιστημονικά στοιχεία αποκαλύπτουν ότι το κάπνισμα στην εφηβεία μπορεί να έχει επιπτώσεις όχι μόνο στον ίδιο τον καπνιστή, αλλά και στα μελλοντικά του παιδιά.
Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη, αγόρια που αρχίζουν να καπνίζουν πριν την ηλικία των 15 ετών ενδέχεται να προκαλέσουν αλλαγές στα σπερματοζωάριά τους — αλλαγές που φαίνεται να σχετίζονται με σημάδια πρόωρης βιολογικής γήρανσης στα παιδιά τους.
Η έρευνα παρουσιάστηκε στο Συνέδριο της Ευρωπαϊκής Αναπνευστικής Εταιρείας στο Άμστερνταμ και βασίστηκε σε δείγματα αίματος από 892 άτομα ηλικίας 7 έως 50 ετών, προερχόμενα από την Ευρώπη και την Αυστραλία. Οι επιστήμονες ανέλυσαν δείκτες γήρανσης στο DNA — το λεγόμενο επιγενετικό ρολόι — συγκρίνοντας τη βιολογική ηλικία με τη χρονολογική.
Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι τα παιδιά των ανδρών που κάπνιζαν πριν από τα 15 ήταν κατά μέσο όρο 9 έως 12 μήνες “μεγαλύτερα” βιολογικά από ό,τι η πραγματική τους ηλικία. Η επίδραση ήταν ακόμα εντονότερη όταν και τα ίδια τα παιδιά είχαν ξεκινήσει το κάπνισμα. Αντίθετα, το κάπνισμα σε μεγαλύτερη ηλικία δεν φάνηκε να έχει αντίστοιχο αποτέλεσμα, ενώ η συνήθεια της μητέρας πριν την εγκυμοσύνη δεν έδειξε παρόμοιες επιδράσεις.
Ο Δρ Juan Pablo Lopez-Cervantes από το Πανεπιστήμιο του Μπέργκεν επισήμανε ότι η επιταχυνόμενη βιολογική γήρανση συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης ασθενειών όπως καρκίνος, άνοια και αρθρίτιδα. Όπως εξήγησε, το κάπνισμα σε νεαρή ηλικία μπορεί να τροποποιεί το επιγενετικό υλικό των σπερματοζωαρίων, επιφέροντας αλλαγές που «κληρονομούνται» από την επόμενη γενιά.