Αν έχετε πιάσει τον εαυτό σας να λέει «πω πω, cringe!», δεν είστε οι μόνοι. Η λέξη αυτή έχει γίνει ένα από τα πιο πολυχρησιμοποιημένα εκφραστικά εργαλεία της ψηφιακής εποχής, κυρίως σε πλατφόρμες όπως TikTok, Instagram Reels και YouTube. Αλλά τι σημαίνει στην πραγματικότητα και πώς αποδίδεται στα ελληνικά;
Η λέξη cringe προέρχεται από τα αγγλικά, όπου αρχικά σήμαινε «μαζεύομαι από φόβο ή ντροπή». Στη σύγχρονη χρήση, όμως, έχει πιο ειδική έννοια: εκφράζει την αμηχανία ή τη ντροπή που νιώθουμε για κάτι που έκανε ή είπε κάποιος άλλος. Στην ουσία, πρόκειται για το λεγόμενο «δεύτερο χέρι ντροπή», ή πιο απλά, «ντροπή για λογαριασμό άλλου»..
Τι θεωρείται «cringe» (κριντζ);
- Ένα άστοχο αστείο που δεν προκαλεί γέλιο.
- Ένα υπερβολικά πομπώδες δημοσίευμα στα social media.
- Ένα αμήχανο φλερτ που εκτυλίσσεται μπροστά σας.
Όλα αυτά τα συναισθήματα και καταστάσεις συνοψίζονται με μία λέξη: cringe.
Πώς αποδίδεται στα ελληνικά;
Η ελληνική γλώσσα δεν έχει μία λέξη που να περιγράφει απόλυτα αυτό το συναίσθημα. Κοντινές αποδόσεις είναι:
- «Αμήχανο»
- «Ντροπιαστικό»
- «Με έπιασε ντροπή για λογαριασμό του», δηλαδή ετεροντροπή.
Από τις παρέες των εφήβων μέχρι τις συζητήσεις στο γραφείο, το cringe έχει εξελιχθεί σε λέξη-φαινόμενο. Ένα απλό αγγλικό δάνειο κατάφερε να περιγράψει ακριβώς ένα συναίσθημα που όλοι γνωρίζουμε αλλά δύσκολα μπορούσαμε να ονομάσουμε.