Με μία ακόμη αύξηση της τάξης των 40 ευρώ αναμένεται να ενισχυθεί ο κατώτατος μισθός την άνοιξη του 2026, φτάνοντας, εφόσον επιβεβαιωθεί το επικρατέστερο σενάριο, στα 920 ευρώ από τα 880 που ισχύουν σήμερα. Πρόκειται για μία από τις τελευταίες παρεμβάσεις της κυβέρνησης στο πεδίο των μισθών πριν από τις επόμενες εθνικές εκλογές, με στόχο την προσέγγιση του ορίου των 950 ευρώ έως το 2027.
Η διαδικασία καθορισμού του νέου κατώτατου μισθού αναμένεται να ξεκινήσει εντός του Ιανουαρίου του 2026 και να ολοκληρωθεί έως τον Μάρτιο, με την τελική ανακοίνωση να προβλέπεται πριν από την 1η Απριλίου, ημερομηνία από την οποία και θα τεθεί σε ισχύ η αύξηση.
Η χρονική συγκυρία μόνο τυχαία δεν θεωρείται, καθώς οι αυξήσεις του 2027 ενδέχεται να συμπέσουν με την προεκλογική περίοδο, η οποία τοποθετείται την άνοιξη εκείνου του έτους. Με τον τρόπο αυτό, η κυβέρνηση επιδιώκει να εμφανιστεί ότι έχει ήδη υλοποιήσει τον βασικό στόχο που έχει θέσει για τη βελτίωση των κατώτατων αποδοχών.
Αυτόματη προσαρμογή στο Δημόσιο
Η αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού θα συμπαρασύρει και τους μισθούς στο Δημόσιο. Από τον Απρίλιο του 2026, ο εισαγωγικός μισθός των δημοσίων υπαλλήλων, καθώς και όλοι οι βασικοί μισθοί των μισθολογικών κλιμακίων, θα αυξηθούν κατά το ίδιο ποσό.
Ενδεικτικά, εάν ο κατώτατος μισθός ανέλθει στα 920 ευρώ, στο ίδιο επίπεδο θα διαμορφωθεί και ο βασικός – εισαγωγικός μισθός στο Δημόσιο.
Πώς διαμορφώνονται οι αποδοχές στον ιδιωτικό τομέα
Στον ιδιωτικό τομέα, η αύξηση του κατώτατου μισθού συνεπάγεται αντίστοιχες αναπροσαρμογές και για τους εργαζόμενους με προϋπηρεσία (τριετίες). Με βάση το ίδιο σενάριο, οι κατώτατες αποδοχές θα διαμορφωθούν ως εξής:
- Με μία τριετία: 1.016 ευρώ
- Με δύο τριετίες: 1.117 ευρώ
- Με τρεις τριετίες: 1.230 ευρώ
Οι αυξήσεις αυτές ενισχύουν περαιτέρω τις αποδοχές όσων διαθέτουν προϋπηρεσία, χωρίς ωστόσο να αφορούν τον συνολικό μισθολογικό χάρτη.
Οι μέσοι μισθοί και το στοίχημα των συλλογικών συμβάσεων
Σε ό,τι αφορά τους μέσους μισθούς, οι εξελίξεις για το 2026 συνδέονται άμεσα με την επικείμενη αλλαγή του νομικού πλαισίου των συλλογικών συμβάσεων εργασίας. Η σχετική κοινωνική συμφωνία αναμένεται να μετατραπεί σε νόμο εντός του Ιανουαρίου, ανοίγοντας τον δρόμο για νέες διαπραγματεύσεις σε κλαδικό επίπεδο.
Ωστόσο, οι αυξήσεις στους μέσους μισθούς δεν θα είναι αυτόματες. Για να αποτυπωθούν στην πράξη, απαιτείται η υπογραφή νέων κλαδικών συλλογικών συμβάσεων, γεγονός που σημαίνει ότι τα αποτελέσματα θα φανούν σταδιακά και όχι άμεσα.
Μακρύς δρόμος έως την πλήρη κάλυψη
Η επίτευξη του ευρωπαϊκού στόχου για κάλυψη του 80% των εργαζομένων από συλλογικές συμβάσεις εκτιμάται ότι θα καθυστερήσει σημαντικά και μετατίθεται χρονικά κοντά στο 2030. Σήμερα, το ποσοστό κάλυψης παραμένει ιδιαίτερα χαμηλό, μόλις στο 20%.
Η επιστροφή των μισθών στα επίπεδα πριν από την οικονομική κρίση χαρακτηρίζεται ως μια ιδιαίτερα απαιτητική και μακρόχρονη διαδικασία. Δεν αρκεί η αλλαγή του θεσμικού πλαισίου, αλλά απαιτούνται ουσιαστικές συμφωνίες σε κλαδικό επίπεδο και θετική στάση τόσο από την πλευρά των εργαζομένων όσο και των εργοδοτών.
Το νέο πλαίσιο διαπραγματεύσεων
Παρά τις δυσκολίες, η κοινωνική συμφωνία θέτει τις βάσεις για την επανεκκίνηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Καθιστά τις συνομιλίες ευκολότερες και πιο ουσιαστικές, θεσπίζει σαφείς κανόνες και δίνει τη δυνατότητα στους κοινωνικούς εταίρους να συμφωνούν σε βελτιώσεις αμοιβών που θα ισχύουν για το σύνολο ενός κλάδου.
Ο κατώτατος μισθός εξακολουθεί να αποτελεί το ελάχιστο όριο αμοιβής. Από εκεί και πέρα, ο καθοριστικός ρόλος ανήκει στις κλαδικές συμβάσεις, οι οποίες μπορούν να προσθέσουν επιπλέον αποδοχές και να ενισχύσουν ουσιαστικά τον μέσο μισθό. Όπου αυτές απουσιάζουν, οι αμοιβές παραμένουν καθηλωμένες στο ελάχιστο.