Η λέξη «αγκαζέ» δεν ανήκει στο ελληνικό λεξιλόγιο, αλλά έχει τις ρίζες της στα γαλλικά, από το ρήμα engager, που σημαίνει «δεσμεύω» ή «συμμετέχω ενεργά».
Στα ελληνικά, η πιο πιστή απόδοση της έννοιας είναι η «χεραγκαλιά», ένας όρος που αποτυπώνει την εικόνα δύο ατόμων που περπατούν πιασμένα χέρι-χέρι.
Η χρήση του «αγκαζέ» παρατηρείται κυρίως σε λογοτεχνικά, ποιητικά ή πιο επίσημα κείμενα και λιγότερο στην καθημερινή ομιλία.
Η γνώση και η σωστή απόδοση τέτοιων λέξεων όχι μόνο εμπλουτίζει το λεξιλόγιο, αλλά βοηθά και στην καλύτερη κατανόηση ξενόγλωσσων κειμένων, προσφέροντας μια γλωσσική «νότα κομψότητας».