Η ΠΟΕ-ΥΠΑΙΘΑ, με νέα επιστολή της προς την ΑΔΕΔΥ, αναδεικνύει εκ νέου το ζήτημα της μισθολογικής αναγνώρισης της προϋπηρεσίας που έχει αποκτηθεί εκτός δημοσίου τομέα. Όπως υπενθυμίζει η Ομοσπονδία, το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο προβλέπει πλήρη βαθμολογική και μισθολογική αναγνώριση μόνο για εμπειρία εντός Δημοσίου, ΝΠΔΔ ή θεσμών της ΕΕ, ενώ η συναφής επαγγελματική εμπειρία από τον ιδιωτικό τομέα αναγνωρίζεται αποκλειστικά βαθμολογικά. Το αποτέλεσμα, τονίζει η ΠΟΕ-ΥΠΑΙΘΑ, είναι εργαζόμενοι με ίδια προσόντα και ισόχρονη εμπειρία να αμείβονται άνισα.
Στην επιστολή επισημαίνεται ότι η πρακτική αυτή απαξιώνει ουσιαστικά την επαγγελματική εμπειρία της ιδιωτικής αγοράς, την ώρα που το Δημόσιο δυσκολεύεται να προσελκύσει εξειδικευμένο προσωπικό σε κρίσιμες ειδικότητες. Η διάκριση αυτή, υποστηρίζει η Ομοσπονδία, αποτελεί μορφή άνισης μεταχείρισης που παραβιάζει τη συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή της ισότητας, καθώς δημιουργεί δημοσίους υπαλλήλους δύο ταχυτήτων, χωρίς εύλογη αιτιολόγηση. Μάλιστα, η ΠΟΕ-ΥΠΑΙΘΑ αναφέρεται και στην εξαίρεση των ιδιωτικών εκπαιδευτικών, των οποίων η υπηρεσία στον ιδιωτικό τομέα ήδη αναγνωρίζεται μισθολογικά, κάτι που εντείνει, όπως σημειώνει, το αίσθημα αδικίας.
Κατά την Ομοσπονδία, η επίλυση του ζητήματος απαιτεί πολιτική βούληση, ειδικά αφού το πλαίσιο αναγνώρισης αφορά μόνο συναφή εμπειρία και έως επτά έτη. Η ΠΟΕ-ΥΠΑΙΘΑ καλεί την ΑΔΕΔΥ και την κυβέρνηση να εξετάσουν άμεσα την κατάσταση, ώστε να αποκατασταθεί η ισότητα στη μισθολογική εξέλιξη και να πάψει η δυσμενής διάκριση σε βάρος των εργαζομένων που προέρχονται από τον ιδιωτικό τομέα.
Ολόκληρη η ανακοίνωση της ΠΟΕ–ΥΠΑΙΘΑ
«Με το παρόν έγγραφό μας στοχεύουμε στην περαιτέρω ανάδειξη του ζητήματος της μισθολογικής αναγνώρισης της προϋπηρεσίας εκτός Δημοσίου Τομέα. Υπενθυμίζουμε ότι σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία (άρθρο 98 ν. 3528/2007 και Π.Δ. 69/2016), το Δημόσιο αναγνωρίζει τόσο βαθμολογικά όσο και μισθολογικά την οποιαδήποτε είδους προϋπηρεσία, μέχρι επτά (7) έτη, που έχει παρασχεθεί στο Δημόσιο, σε ν.π.δ.δ. και σε όργανα και σε θεσμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Αντιθέτως, τη συναφή προϋπηρεσία που έχει παρασχεθεί εκτός Δημοσίου Τομέα, την αναγνωρίζει ΜΟΝΟ βαθμολογικά και ΟΧΙ μισθολογικά.
Ενώ λοιπόν, η προϋπηρεσία, ανεξαρτήτως αν έχει αποκτηθεί εντός ή εκτός Δημοσίου Τομέα, μοριοδοτείται - με καθοριστικό τρόπο μάλιστα - για την πρόσληψη στο Δημόσιο (διαγωνισμοί ΑΣΕΠ), εάν αυτή έχει αποκτηθεί εκτός Δημοσίου Τομέα, ΔΕΝ υπολογίζεται σε μισθολογικό επίπεδο, με αποτέλεσμα εργαζόμενοι/ες που παρέχουν τις ίδιες ακριβώς υπηρεσίες και έχουν τα ίδια ακριβώς προσόντα και ισόχρονη εμπειρία να μην αμείβονται ισότιμα. Μπορεί, λοιπόν, κάποιος να προσληφθεί σε μια θέση του Δημόσιου Τομέα που προαπαιτεί σχετική εμπειρία, αλλά μισθολογικά η εν λόγω προϋπηρεσία, που έχει αποκτηθεί εκτός Δημοσίου Τομέα δεν υπολογίζεται με αποτέλεσμα να αμείβεται ως νεοεισερχόμενος στο δημόσιο!
Κατά συνέπεια, με τον τρόπο αυτό απαξιώνεται η συναφής επαγγελματική εμπειρία που έχει αποκτηθεί εκτός Δημοσίου Τομέα, ενώ ο Δημόσιος Τομέας καθίσταται ταυτόχρονα λιγότερο ελκυστικός για στελέχη με πολύτιμη εμπειρία από την ιδιωτική αγορά εργασίας, τη στιγμή μάλιστα που σε κρίσιμες ειδικότητες υπάρχει έλλειψη και αδυναμία προσέλκυσης καταρτισμένου προσωπικού.
Η διάκριση της προϋπηρεσίας σε προερχόμενη από το Δημόσιο ή εκτός Δημοσίου Τομέα για λόγους μισθολογικής αναγνώρισης και μόνο, είναι όχι μόνο ανεπίτρεπτη και απαράδεκτη, αλλά συνιστά διακριτική μεταχείριση για τους εργαζομένους που διαθέτουν προϋπηρεσία εκτός Δημοσίου Τομέα. Επιπλέον, είναι ενάντια στη διασφάλιση της αρχής της ίσης μεταχείρισης στον τομέα της απασχόλησης, άρα και αντισυνταγματική, καθώς δημιουργεί μεροληπτικά δύο κατηγορίες δημοσίων υπαλλήλων.
Επιπλέον, με το άρθ.90, παρ.4 του ν.4485/2017, προστέθηκε εδάφιο - και πολύ σωστά μάλιστα - στο τέλος της περίπτωσης α΄ της παρ. 4 του άρθρου 11 του ν. 4354/2015 ως εξής: «Επιπλέον, ως προς τη μισθολογική εξέλιξη των εκπαιδευτικών Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης λαμβάνεται υπόψη η συνολική εκπαιδευτική τους υπηρεσία σε σχολεία της Ιδιωτικής Εκπαίδευσης.». Βέβαια, η εξαίρεση της συγκεκριμένης κατηγορίας δημοσίων υπαλλήλων, δεν ερείδεται σε κάποια προφανή δικαιολογία, ούτε βέβαια μπορεί να εδράζεται στις ειδικές διατάξεις που διέπουν τη συγκεκριμένη κατηγορία δημοσίων υπαλλήλων. Ως εκ τούτου, η νομοθέτηση αυτή εγείρει ζήτημα μεροληψίας, άρα ακόμη ένα θέμα αντισυνταγματικότητας, εντείνοντας περαιτέρω την αδικία και την άνιση μεταχείριση.
Η μισθολογική αναγνώριση της προϋπηρεσίας εκτός Δημοσίου Τομέα, απαιτεί πολιτική λύση. Η κυβέρνηση είναι αυτή που πρέπει να αποκαταστήσει τη συνταγματικά κατοχυρωμένη αρχή της ίσης μεταχείρισης στον τομέα της απασχόλησης και της εργασίας. Οι συνθήκες έχουν ωριμάσει, καθώς υπάρχουν πλέον επαρκή επιχειρήματα και καταλυτικοί ισχυρισμοί που μπορούν να προσφέρουν ισχυρή βάση για την ικανοποίηση του δίκαιου αιτήματός μας. Η τυχόν επίκληση δημοσιονομικής επιβάρυνσης αποτελεί παρελκυστική πρακτική καθώς το υφιστάμενο νομοθετικό πλαίσιο για την αναγνώριση προϋπηρεσίας εκτός Δημοσίου Τομέα, αναφέρεται σε απασχόληση μόνο σε συναφές αντικείμενο και με ανώτατο όριο τα επτά (7) έτη.
Για όλους τους παραπάνω λόγους και προς αποκατάσταση της αδικίας, σας καλούμε να εξετάσετε περαιτέρω το συγκεκριμένο ζήτημα υπό το πρίσμα όσων προαναφέρθηκαν.»