Αποκαλυπτικά και ανησυχητικά είναι τα στοιχεία της Ετήσιας Έκθεσης 2025 του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ, για τα ποσοστά των εργαζομένων-φτωχών στην Ελλάδα. Η έκθεση σκιαγραφεί ένα ζοφερό τοπίο για την ελληνική αγορά εργασίας, παρά τη μείωση της ανεργίας και τη φαινομενική σταθερότητα ορισμένων μακροοικονομικών δεικτών.
Την περίοδο 2019-2024, επί κυβέρνησης ΝΔ δηλαδή, καταγράφεται μια άνευ προηγουμένου αναδιανομή εισοδήματος, με τα κέρδη των επιχειρήσεων να αυξάνονται σε βάρος των μισθών.
Παρότι η παραγωγικότητα αυξήθηκε οριακά κατά 1,2%, το πραγματικό μέσο ημερομίσθιο μειώθηκε κατά 4,7%. Το γεγονός αυτό καταδεικνύει ότι η αύξηση της οικονομικής δραστηριότητας δεν συνοδεύτηκε από αντίστοιχη ενίσχυση των αμοιβών των εργαζομένων.
Πληθωρισμός με… κερδοφορία
Η κυβέρνηση αποδίδει τις αυξήσεις των τιμών στον εισαγόμενο πληθωρισμό και την άνοδο του μοναδιαίου κόστους εισαγωγών, όμως η ανάλυση του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ είναι διαφορετική: Η πραγματική αιτία της ακρίβειας στην Ελλάδα είναι, σύμφωνα με το Ινστιτούτο, ο πληθωρισμός των κερδών.
Όπως αναφέρεται στην έκθεση: «Οι ολιγοπωλιακές δομές στην ελληνική οικονομία επέτρεψαν την αύξηση των περιθωρίων κέρδους σε βαθμό μεγαλύτερο από το αυξημένο κόστος εισαγωγών». Ακόμα και μετά τη σταθεροποίηση των τιμών, το μοναδιαίο κέρδος παραμένει υψηλότερο από τα προ πανδημίας επίπεδα.
Ενώ στην ΕΕ, από το 2019 έως το 2024, οι αυξήσεις στο επίπεδο τιμών κατανεμήθηκαν εξίσου σε μισθολογικό κόστος, κέρδη και εισαγωγές, στην Ελλάδα το μερίδιο των κερδών ήταν μακράν ο μεγαλύτερος παράγοντας του πληθωρισμού, αφήνοντας το μισθολογικό κόστος σε τρίτο ρόλο.
Φτώχεια με συμβόλαιο εργασίας
Ανησυχητικό είναι και το ποσοστό των εργαζομένων που ζουν σε συνθήκες σοβαρής υλικής και κοινωνικής στέρησης. Ειδικότερα:
- Το 8,8% των μισθωτών αντιμετωπίζει τέτοιες συνθήκες, έναντι 3,8% στην ΕΕ.
- Στο σύνολο των εργαζομένων το ποσοστό φτάνει το 9,1%, και για τους ανέργους εκτοξεύεται στο 41%.
- Οι συνταξιούχοι πλήττονται επίσης, με 9,1% να ζει υπό σοβαρή στέρηση, ενώ για τους μη οικονομικά ενεργούς το ποσοστό είναι 20,6%.
Χαρακτηριστικό είναι το στοιχείο πως σχεδόν 3 στους 10 εργαζόμενους (29,3%) δηλώνουν ότι δουλεύουν μόνο για να καλύπτουν τα πάγια έξοδα, χωρίς να μπορούν να αποταμιεύσουν ή να καλύψουν προσωπικές τους ανάγκες.
Ειδικά οι πιο χαμηλόμισθοι (το κατώτερο 20% της εισοδηματικής κλίμακας) σε ποσοστό 66% δεν μπορούν να ξοδέψουν ούτε ένα μικρό ποσό για τον εαυτό τους κάθε εβδομάδα.
Η «υποκειμενική φτώχεια» χτυπά κόκκινο
Ο δείκτης της υποκειμενικής φτώχειας, που δείχνει πόσοι δηλώνουν ότι τα βγάζουν πέρα με δυσκολία ή μεγάλη δυσκολία, παραμένει εξαιρετικά υψηλός στην Ελλάδα:
- Το 2024 ανήλθε σε 57,1%, από 58,8% το 2023 και 63,3% το 2019.
- Το ποσοστό αυτό είναι το υψηλότερο στην ΕΕ, και 21 μονάδες πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (8,2%).
- Η απόσταση της Ελλάδας από τη Βουλγαρία, που παραδοσιακά βρισκόταν σε χειρότερη θέση, αυξήθηκε από τις 23,6 μονάδες (2019) στις 28,6 μονάδες το 2024.