Το κληρονομικό δίκαιο αλλάζει σε βάθος, επιχειρώντας να προσαρμοστεί στη σύγχρονη κοινωνική και οικογενειακή πραγματικότητα. Το νέο θεσμικό πλαίσιο που βρίσκεται υπό διαμόρφωση αναγνωρίζει ρητά δικαιώματα και σε συντρόφους εκτός γάμου, καλύπτοντας κενά δεκαετιών που οδηγούσαν ακόμη και σε απώλεια περιουσιών υπέρ του Δημοσίου.
Οι παρεμβάσεις δεν περιορίζονται σε τεχνικές διορθώσεις, αλλά αναδιαμορφώνουν τις ισορροπίες στη νόμιμη διαδοχή, επηρεάζοντας άμεσα συζύγους, παιδιά, συντρόφους με σύμφωνο συμβίωσης, άτομα σε ελεύθερη ένωση και διαζευγμένους.
Στο επίκεντρο των εργασιών της Ομάδας Εργασίας για την αναμόρφωση του κληρονομικού δικαίου βρέθηκε η ανάγκη να αναγνωριστούν πραγματικές σχέσεις ζωής. Όπως έχει επισημανθεί από τον πρόεδρο της Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής, ομότιμο καθηγητή και ακαδημαϊκό Απόστολο Γεωργιάδη, το Δίκαιο οφείλει να αντανακλά τη σύγχρονη οικογένεια και όχι αποκλειστικά τους τυπικούς δεσμούς συγγένειας.
Ίση μεταχείριση γάμου και συμφώνου συμβίωσης
Μία από τις βασικές αλλαγές αφορά την πλήρη εξομοίωση γάμου και συμφώνου συμβίωσης στη νόμιμη κληρονομική διαδοχή. Είτε πρόκειται για πολιτικό είτε για θρησκευτικό γάμο, οι σύζυγοι αποκτούν ακριβώς τα ίδια δικαιώματα με τους συντρόφους που έχουν συνάψει σύμφωνο συμβίωσης.
Παράλληλα, μεταβάλλεται για πρώτη φορά μετά από περίπου 80 χρόνια το ποσοστό της νόμιμης μοίρας του επιζώντος συζύγου. Όταν υπάρχει ένα παιδί, ο σύζυγος ή σύντροφος δικαιούται πλέον το 1/3 της κληρονομίας (33,3%), ενώ το υπόλοιπο 2/3 αποδίδεται στο τέκνο. Μέχρι σήμερα, το αντίστοιχο ποσοστό περιοριζόταν στο 25%.
Σε οικογένειες με περισσότερα παιδιά, τα ποσοστά παραμένουν αμετάβλητα, διασφαλίζοντας την προτεραιότητα των κατιόντων.
Ελεύθερη ένωση: Πρώτη αναγνώριση κληρονομικού δικαιώματος
Η πιο ριζική τομή αφορά τους συντρόφους σε ελεύθερη ένωση, δηλαδή χωρίς γάμο ή σύμφωνο συμβίωσης. Για πρώτη φορά, ο επιζών σύντροφος αποκτά δυνητικό δικαίωμα κληρονομίας, εντασσόμενος στην πέμπτη τάξη εξ αδιαθέτου διαδοχής.
Η δυνατότητα αυτή ενεργοποιείται μόνο όταν δεν υπάρχουν παιδιά, σύζυγος ή συγγενείς εξ αίματος. Για να ασκηθεί το δικαίωμα, τίθενται δύο αυστηρές προϋποθέσεις:
-
Συμβίωση τουλάχιστον τριών ετών
-
Προσφυγή στο δικαστήριο εντός τεσσάρων μηνών από τον θάνατο
Το δικαστήριο εξετάζει αν υφίσταται ουσιαστική και σταθερή σχέση ζωής, πριν επιτρέψει την κληρονομική διαδοχή.
Παράδειγμα 1 – Ελεύθερη ένωση χωρίς συγγενείς
Δύο άτομα συμβιώνουν επί δέκα χρόνια χωρίς καμία νομική πράξη. Ο ένας αποβιώνει χωρίς διαθήκη και χωρίς συγγενείς.
Με το ισχύον καθεστώς, η περιουσία περιέρχεται στο Δημόσιο. Με τις νέες ρυθμίσεις, ο επιζών σύντροφος μπορεί να προσφύγει στο δικαστήριο και, αν αποδείξει τη μακροχρόνια συμβίωση, να αναγνωριστεί μοναδικός κληρονόμος.
Παράδειγμα 2 – Υπάρχουν παιδιά, αλλά προστατεύεται και ο σύντροφος
Άνδρας ζει επί 20 χρόνια με τη σύντροφό του και έχει δύο ενήλικα παιδιά από προηγούμενο γάμο. Πεθαίνει χωρίς διαθήκη.
Τα παιδιά παραμένουν οι κύριοι κληρονόμοι, όμως η σύντροφος αποκτά σημαντικά προστατευτικά δικαιώματα: το εξαίρετο (οικοσκευή), δικαίωμα παραμονής στην κατοικία για έναν χρόνο και δυνατότητα χρηματικής αποζημίωσης, εφόσον παρείχε φροντίδα χωρίς αντάλλαγμα.
Σύζυγοι: Αποκλεισμός μακρινών συγγενών
Σε περίπτωση θανάτου χωρίς διαθήκη, όταν υπάρχει σύζυγος αλλά μόνο μακρινοί συγγενείς (π.χ. ξαδέλφια), η σύζυγος κληρονομεί πλέον το σύνολο της περιουσίας. Καταργείται έτσι η πρακτική διαμοιρασμού με πρόσωπα χωρίς ουσιαστική σχέση με τον εκλιπόντα.
Παράδειγμα 4 – Δεύτερος γάμος και ένα παιδί
Όταν υπάρχει ένα παιδί από προηγούμενο γάμο και δεύτερη σύζυγος, η κληρονομία κατανέμεται κατά 2/3 στο παιδί και 1/3 στη σύζυγο. Επιπλέον, η σύζυγος αποκτά δικαίωμα στην οικογενειακή στέγη ή εναλλακτικά την επικαρπία της κατοικίας εφ’ όρου ζωής.
Διαζευγμένοι και διάσταση: Πότε χάνεται το δικαίωμα
Σημαντική αλλαγή επέρχεται και στις περιπτώσεις μακροχρόνιας διάστασης. Αν οι σύζυγοι βρίσκονταν σε διάσταση άνω των δύο ετών, ακόμη και χωρίς επίσημο διαζύγιο, ο επιζών σύζυγος αποκλείεται πλήρως από την κληρονομία. Στην περίπτωση αυτή, μοναδικός κληρονόμος καθίσταται το παιδί.
Μια ρύθμιση που βάζει τέλος σε χρόνιες αδικίες και περιορίζει σημαντικά τις δικαστικές συγκρούσεις.